Η ύπαρξη ή μη της επαναληπτικότητας της επίδοσης των διαχειριστών των Αμοιβαίων Κεφαλαίων είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα θέματα στον χώρο της χρηματοοικονομικής. Ο έλεγχος αυτός είναι ιδιαίτερης σπουδαιότητας, διότι μας επιτρέπει να ανακαλύψουμε τους καλούς διαχειριστές, οι οποίοι παραμένουν καλοί στην πορεία του χρόνου, και ταυτόχρονα να διαχωρίσουμε την ικανότητα από την τύχη. Επομένως, η πληροφορία αυτή θα έχει ιδιαίτερο πρακτικό ενδιαφέρον, αφού οι επενδυτές θα μπορούν να αποφασίσουν εάν θα παραμείνουν σε ένα αποτυχημένο αμοιβαίο κεφάλαιο ή θα μεταφέρουν τα κεφάλαιά τους σε ένα αντίστοιχο επιτυχημένο.

Το στοιχείο της εύρεσης (ή μη) της επαναληπτικότητας της ικανότητας των διαχειριστών, εάν δηλαδή η κατάταξη τη μία περίοδο μπορεί να αποτελέσει πρόβλεψη κατάταξης για την επόμενη χρονική περίοδο, έχει σαφέστατα και θεωρητικό ενδιαφέρον, αφού θα ήταν ένα εύρημα εναντίον (ή υπέρ) της υπόθεσης των αποτελεσματικών αγορών (efficient market hypothesis).

Η πλειοψηφία των εμπειρικών μελετών διεθνώς – Malkiel (1995), Kah- Rudd (1995), Cahart (1997) κ.λπ. – που αφορούν τη χρηματιστηριακή αγορά της Νέας Υόρκης αποκαλύπτει ότι υπάρχει ελάχιστη ή ανύπαρκτη επαναληπτικότητα στις αποδόσεις των Αμοιβαίων Κεφαλαίων, γεγονός αναμενόμενο για αποτελεσματικές χρηματιστηριακές αγορές. Τι συμβαίνει όμως στην Ελλάδα όπου η εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά έχει τελείως διαφορετικά χαρακτηριστικά από τα αντίστοιχα των ανεπτυγμένων κεφαλαιαγορών;

Στον πίνακα παρουσιάζονται οι κατατάξεις των κορυφαίων σε αποδόσεις μετοχικών Α/Κ του εκρηκτικού έτους 1999, για τα επόμενα έτη. Η επιλογή του έτους αυτού έγινε γιατί η πλειοψηφία των Ελλήνων μεριδιούχων αγόρασε τη συγκεκριμένη περίοδο, με αποτέλεσμα το ενδιαφέρον τους να εστιάζεται για τις μετά το έτος αυτό κατατάξεις και αποδόσεις. Ας σημειωθεί ότι επικεντρωνόμαστε στα μετοχικά Α/Κ ακολουθώντας την επίσημη κατηγοριοποίηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

Τα εμπειρικά αποτελέσματα παρουσιάζουν τεράστιο ενδιαφέρον και αφήνονται για ανάλυση στον αναγνώστη. Μερικές όμως παρατηρήσεις αξίζει να επισημανθούν:

Τα κορυφαία σε αποδόσεις Αμοιβαία Κεφάλαια του 1999 στην πλειοψηφία των περιπτώσεων κατετάγησαν τις επόμενες χρονιές στις χειρότερες θέσεις. Το γεγονός αυτό αποκαλύπτει ότι οι συγκεκριμένοι διαχειριστές δεν προέβλεψαν την επερχόμενη πτώση, διατήρησαν λανθασμένα υψηλή επικινδυνότητα στα χαρτοφυλάκια τους, με αποτέλεσμα οι μεριδιούχοι τους να έχουν υποστεί τεράστιες ζημίες. Από την άλλη μεριά, τα Αμοιβαία Κεφάλαια που παρουσίασαν αξιοθαύμαστη σταθερότητα στις αποδόσεις τους, τόσο σε ανοδικές όσο και σε καθοδικές αγορές, και φυσικά ξεχώρισαν, ήταν τα Αμοιβαία Κεφάλαια Value Index της Eurobank, το Αναπτυξιακό της HSBC και το Ολυμπία της Εγνατίας.

Θα πρέπει να τονισθεί ότι τόσο οι διεθνείς μελέτες όσο και αντίστοιχες ελληνικές (Philippas – Fiotakis, Applied Economics Letters, 2004) αποδεικνύουν ότι οι αμύητοι επενδυτές «είναι κυνηγοί των παρελθουσών αποδόσεων», αγοράζουν δηλαδή εκ των υστέρων τα πιο επιτυχημένα μετοχικά Αμοιβαία Κεφάλαια του προηγούμενου έτους. Η στρατηγική αυτή έχει αποδειχθεί αναποτελεσματική και λανθασμένη, θα πρέπει δε οι επενδυτές να επιλέγουν Α/Κ που παρουσιάζουν διαχρονικά σταθερή πορεία τόσο σε ανοδικές όσο και σε καθοδικές αγορές.

Η απλή παρουσίαση των κατατάξεων των αποδόσεων των ελληνικών μετοχικών αμοιβαίων κεφαλαίων απέδειξε ότι οι διαχειριστές πρέπει να ελέγχονται όχι σε επίπεδο έτους αλλά σε βάθος χρόνου, ώστε να είμαστε σε θέση να ξεχωρίσουμε την ικανότητα από την τύχη. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι η ολοκληρωμένη αξιολόγηση Α/Κ απαιτεί επιπρόσθετους ελέγχους όπως την ποιότητα του χαρτοφυλακίου τους, το μέγεθός τους, τα διάφορα κόστη που επιβαρύνουν τους μεριδιούχους, την εμπειρία και άλλα ποιοτικά στοιχεία των διαχειριστών τους, τον κίνδυνο που αναλαμβάνουν, τις πιθανές συχνές αλλαγές στους διαχειριστές τους καθώς και άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά των αμοιβαίων και των Α.Ε.Δ.Α.Κ.

Η πρόσφατη αξιολόγηση ορισμένων ελληνικών Α/Κ από τη Standard and Poor’s, η οποία στην αξιολόγησή της λαμβάνει υπ’ όψιν τους παραπάνω παράγοντες, ανοίγει νέους δρόμους στην ελληνική αγορά των Αμοιβαίων Κεφαλαίων και θα λειτουργήσει καταλυτικά προς όφελος όλων των Ελλήνων μεριδιούχων.

*Ο Νικόλαος Δ. Φίλιππας είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς, Πρόεδρος και Ιδρυτής του Ινστιτούτου Χρηματοοικονομικού Αλφαβητισμού.

*Άρθρο που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα της εφημερίδας «Η Καθημερινή» (kathimerini.gr) στις 30/10/2004.

Share this post on: