Η ελληνική οικονομία τα τελευταία 3 χρόνια διακρίνεται από μια σταθερότητα στους ρυθμούς ανάπτυξης, από δημοσιονομική σταθερότητα και περιορισμό του πληθωρισμού. Οι συνθήκες αυτές είναι κατ’ αρχάς ιδιαιτέρως ικανοποιητικές για τη μελλοντική ανάπτυξη όλων των τομέων της εγχώριας οικονομίας. Όμως ως κοινωνία ήρθε η ώρα για έναν ειλικρινή διάλογο για το μέλλον των επόμενων γενεών που σε πολλές περιπτώσεις φαίνεται να είναι αβέβαιο. Γράφει ο Νικόλαος Δ. Φίλιππας.

Η παγκοσμιοποίηση των αγορών χρήματος και κεφαλαίου και η ενσωμάτωση νέων χωρών στη σύγχρονη οικονομική πραγματικότητα έχει δημιουργήσει νέες συνθήκες στο παγκόσμιο χωριό, οι οποίες πρέπει να αποτελέσουν κατ’ αρχάς αντικείμενο διαλόγου.

Σύμφωνα με πρόσφατη γνωστή πλέον μελέτη της Goldman Sachs (2004), νέες υπερδυνάμεις θα κυριαρχήσουν τις επόμενες δεκαετίες, οι οποίες θα κατέχουν το μεγαλύτερο ποσοστό του παγκόσμιου πλούτου. Ενώ το 2000 οι χώρες που επονομάζονται BRICs (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα) είχαν ΑΕΠ $2.700 δισ., οι 6 παγκόσμιες παραδοσιακές υπερδυνάμεις, οι G6 (ΗΠΑ, Μ. Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και Ιαπωνία) είχαν $19.702 δισ.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ίδιου διεθνούς οίκου, οι BRICs το 2050 θα έχουν συνολικό ΑΕΠ ίσο με $84.201 δισ., ενώ οι χώρες του G6 θα έχουν μόλις $54.433 δισ. Παράλληλα, προβλέπεται ότι το 2050 η Κίνα θα είναι η πρώτη παγκόσμια δύναμη σε όρους πλούτου με ΑΕΠ ίσο με $44.453 δισ., αφήνοντας δεύτερη την Αμερική με $35.165 δισ. και τρίτη την Ινδία με $27.803 δισ.

Τα αποτελέσματα της νέας αυτής ενδιαφέρουσας κατάστασης μπορεί να είναι από εξαιρετικά θετικά έως καταστροφικά, ανάλογα με το εάν τα άτομα, οι εταιρείες αλλά και τα κράτη κατορθώσουν να ανακαλύψουν τις νέες ευκαιρίες-προκλήσεις και αναδείξουν τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα.

Η προσαρμοστικότητα στις νέες καταστάσεις σε συνδυασμό με τη γνώση φαίνεται ότι θα είναι το κλειδί της επιτυχίας του μέλλοντος.

Σήμερα, οι διεθνείς και εγχώριες καταστάσεις είναι ιδιαίτερα ευνοϊκές. Η παγκόσμια οικονομία διανύει μια περίοδο υψηλής ανάπτυξης, που είναι η καλύτερη των τελευταίων χρόνων. Η παγκόσμια ανάπτυξη εκτιμάται ότι θα είναι 4,9% το 2007, θα κυμανθεί δηλαδή σε ελαφρώς χαμηλότερα επίπεδα από το 5,1% της προηγούμενης περιόδου, ενώ ο πληθωρισμός είναι ελεγχόμενος και προβλέπεται να φτάσει το 3,7% για το 2007 έναντι του 3,8% για το 2006.

Από την άλλη πλευρά υπάρχει μια δυνατή και ιδιαίτερα ανταγωνιστική αμερικανική οικονομία με υψηλή παραγωγικότητα, αλλά με προβλήματα στο εμπορικό ισοζύγιό της, η οποία μειώνει ελεγχόμενα την ανάπτυξή της. Ταυτόχρονα νέες υπερδυνάμεις (BRICs) αναπτύσσονται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς (η Κίνα αναπτύσσεται με ρυθμούς 10% ετησίως και η Ινδία με 9% αντίστοιχα), δημιουργώντας πλούτο ο οποίος στη συνέχεια διοχετεύεται σε όλο τον κόσμο με ευεργετικές συνέπειες για ολόκληρο τον πλανήτη.

Το τεράστιο φτηνό εργατικό δυναμικό απορροφά τις αρνητικές επιπτώσεις της αύξησης των τιμών του πετρελαίου διατηρώντας σε χαμηλά επίπεδα τον παγκόσμιο πληθωρισμό και τα επιτόκια. Την ίδια στιγμή οι πετρελαιοπαραγωγικές χώρες εκμεταλλευόμενες την άνοδο της τιμής του πετρελαίου προχωρούν σε σημαντικές επενδύσεις στην πραγματική οικονομία, σε ολόκληρο τον κόσμο.

Από την άλλη πλευρά η Ευρώπη, παρά την πρόσφατη ανάκαμψή της, αντιμετωπίζει μια σειρά χρόνιων προβλημάτων όπως: το δημογραφικό, τη χαμηλή παραγωγικότητα, την έλλειψη ανταγωνιστικότητας, τη δυσκαμψία στην αγορά εργασίας και τη φυγή των πιο ικανών νέων επιστημόνων και στελεχών προς τις ΗΠΑ. Όλα αυτά έχουν οδηγήσει σε συρρίκνωση του μεριδίου της Ευρώπης στο ποσοστό του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Πιο συγκεκριμένα, το 2005 η Ε.Ε. των 25 κατείχε το 20% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ενώ το 2015 εκτιμάται ότι το ποσοστό αυτό θα περιοριστεί στο 17%.

Στα πλαίσια των χρόνιων διαρθρωτικών αδυναμιών της ”Γηραιάς Ηπείρου”, οι ηγέτες συναντήθηκαν στη Λισσαβώνα στις 22-23 Μαρτίου 2000, όπου κατέγραψαν τις βασικότερες προαναφερθείσες αδυναμίες και παρουσίασαν προτάσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και τη γενικότερη οικονομική ανάπτυξη.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των κρατών-μελών της ευρωπαϊκής επιτροπής της Λισσαβώνας θέτει τον στόχο να κάνουν την Ευρώπη μια περισσότερο ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία που βασίζεται στη γνώση. Η προώθηση της επιχειρηματικότητας είναι καθοριστικής σημασίας για την επίτευξη αυτού του φιλόδοξου στόχου.

Με τη ”Στρατηγική της Λισσαβώνας” δίνεται έμφαση στη διαμόρφωση ενός κατάλληλου υπεδάφους για την ανάπτυξη της γνώσης και την ενδυνάμωση της κοινωνικής ισορροπίας και αποτελεί μια αναγκαιότητα για τη διασφάλιση της οικονομικής προόδου και της κοινωνικής ευημερίας και στην Ελλάδα.

Η οικονομική πρόοδος συνεπάγεται:

  • Δυνατότητα ανταπόκρισης και προσαρμογής στις προκλήσεις και μεταβολές που συμβαίνουν παγκοσμίως.
  • Ανάγκη για ευελιξία, απουσία αγκυλώσεων και ανασταλτικών παραγόντων για την ανάπτυξη.
  • Διαρκή βελτίωση της παραγωγικότητας μέσα από την εφαρμογή και προώθηση νέων μεθόδων παραγωγής, νέων τεχνολογιών και μέσα από την αναβάθμιση των υποδομών.
  • Βελτίωση ή αντικατάσταση των παρωχημένων πρακτικών του παρελθόντος.
  • Επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο.

Ο στόχος της ”Στρατηγικής της Λισσαβώνας” είναι να προωθηθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση στο επίπεδο της πιο ανταγωνιστικής και πιο δυναμικής οικονομίας της γνώσης στον κόσμο, ικανής για διατηρήσιμη οικονομική ανάπτυξη παράλληλα με την ποσοτική και ποιοτική βελτίωση της απασχόλησης και μεγάλη κοινωνική συνοχή.

Ως γνωστόν οι τρεις βασικοί άξονες της ”Στρατηγικής της Λισσαβώνας” είναι:

  1. Μακροοικονομική πολιτική για την ανάπτυξη και την απασχόληση.
  2. Μικροοικονομικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
  3. Πολιτική για την απασχόληση.

Η ελληνική οικονομία τα τελευταία τρία χρόνια διακρίνεται από μια σταθερότητα στους ρυθμούς ανάπτυξης, από δημοσιονομική σταθερότητα στα πλαίσια της πραγματικής σύγκλισης με τα ευρωπαϊκά δεδομένα και τον περιορισμό του πληθωρισμού και τη σταθεροποίησή του στο 3%. Και το πιο σημαντικό, αποκαταστάθηκε η χαμένη της αξιοπιστία απο τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

Οι συνθήκες αυτές που διαμορφώνονται σήμερα είναι κατ’ αρχάς ιδιαιτέρως ικανοποιητικές για τη μελλοντική ανάπτυξη όλων των τομέων της εγχώριας οικονομίας.

Όμως από την άλλη πλευρά απαιτούνται σημαντικές καινοτομίες για να μπορέσουμε να παρακολουθήσουμε αποτελεσματικά τις παγκόσμιες εξελίξεις, γεγονός που εμποδίζεται από την παρατηρούμενη εσωστρέφεια, συνεπικουρούμενη από την αλλοίωση της πραγματικότητας που επιχειρεί συστηματικά η πλειονότητα των μέσων ενημέρωσης.

Η ναυτιλία, ο τουρισμός και οι πρόσφατα σημαντικές επενδυτικές κινήσεις κυρίως των τραπεζικών αλλά και άλλων επιχειρηματικών ομίλων στις γειτονικές αναπτυσσόμενες χώρες έχουν αλλάξει το τοπίο της πραγματικής αλλά και της χρηματιστηριακής οικονομίας και δείχνουν τις τεράστιες δυνατότητες του έθνους μας.

Όμως ως κοινωνία ήρθε η ώρα για έναν ειλικρινή διάλογο για το μέλλον των επόμενων γενεών που φαίνεται σε πολλές περιπτώσεις να είναι αβέβαιο… Τους το χρωστάμε…

*Ο Νικόλαος Δ. Φίλιππας είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς, Πρόεδρος και Ιδρυτής του Ινστιτούτου Χρηματοοικονομικού Αλφαβητισμού.

*Άρθρο που δημοσιεύθηκε στο Euro2day.gr στις 02/05/2007.

Share this post on: