Η πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση κλόνισε δικαιολογημένα την εμπιστοσύνη των επενδυτών στους μετοχικούς τίτλους. Οι επενδυτές πλέον προτιμούν να τοποθετούν τα κεφάλαιά τους σε υψηλότοκες προθεσμιακές καταθέσεις. Όμως σε τέτοιες καταστάσεις πλήρους απαξίωσης των εισηγμένων επιχειρήσεων κρύβονται οι πραγματικές επενδυτικές ευκαιρίες. Μάλιστα έχουν αναπτυχθεί διάφορες στρατηγικές τις οποίες κάποιος μπορεί να ακολουθήσει ώστε να εκμεταλλευτεί τέτοιες χρηματιστηριακές κρίσεις.

Οι χρηματιστηριακές τιμές σε όλον τον κόσμο έχουν σημειώσει εντυπωσιακή πτώση, με τις εταιρείες υψηλής ποιότητας (blue chips) από το χρηματοοικονομικό κλάδο να διαπραγματεύονται σε discount ακόμη και 50% και τις εταιρείες από τον κλάδο των εταιρειών κοινής ωφέλειας να παρουσιάζουν μονοψήφιους δείκτες Ρ/Ε. Οι καθιερωμένες επιχειρήσεις που έχουν αντέξει στο χρόνο, έχουν βιώσει και στο παρελθόν παρόμοιες κρίσεις, από τις οποίες βγήκαν μεγαλύτερες και ισχυρότερες. Οι χρηματιστηριακές τιμές μπορεί να πέφτουν, αλλά η πραγματική αξία των επιχειρήσεων -ιδιαίτερα των μη χρηματοοικονομικών εταιρειών- παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανεπηρέαστη. Η αξία μιας εταιρείας συνίσταται στην φήμη της, στο brand name, στις επιχειρηματικές επαφές της, στο δίκτυο πελατών της, στις ικανότητες της διοίκησης, στις τεχνικές ικανότητες, στην εξειδίκευση κ.λπ. Όπως είναι φανερό, αυτά τα στοιχεία εξακολουθούν να υπάρχουν παρά την παρατηρούμενη χρηματιστηριακή κρίση και θα υπάρχουν και μετά από αυτήν.

Σε περιόδους κρίσεων, όπως αυτή που διανύουμε, εμφανίζονται σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες, τις οποίες μπορούν να εκμεταλλευτούν όσοι διαθέτουν τα απαραίτητα χρηματικά διαθέσιμα. Ο Warren Buffett, ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο, ο οποίος δημιούργησε την περιουσία του μέσω της επένδυσης σε μετοχικούς τίτλους, εντοπίζει αυτήν την περίοδο υποτιμημένες μετοχές και επενδύει σε αυτές, καθώς οι τιμές φαίνεται να αποκλίνουν σημαντικά προς τα κάτω από την θεωρητική δίκαιη τιμή τους. Αν και δεν μπορεί να προβλέψει κανείς με ακρίβεια αν οι τιμές των μετοχών θα είναι υψηλότερες ή χαμηλότερες τον επόμενο μήνα ή χρόνο, το μόνο σίγουρο σύμφωνα με τον Buffett, είναι ότι η αγορά θα ανέβει πολύ πριν αναστραφεί το συναίσθημα των επενδυτών ή πριν ανακάμψει η πραγματική οικονομία.

Αν και η πλειοψηφία των επενδυτών δεν μπορεί να μιμηθεί τη στρατηγική του, μπορεί να ακολουθήσει κάποιες από τις επενδυτικές του συμβουλές. Για παράδειγμα, οι μετοχές που επέλεξε να επενδύσει παρουσιάζουν τεράστιο discount σε σχέση με την πραγματική αξία τους. Συνεπώς, δεν σπεύδει να αγοράσει οποιαδήποτε μετοχή. Είναι επιλεκτικός και σκοπεύει να τις διακρατήσει αρκετά χρόνια ώστε να επωφεληθεί από την αύξηση της τιμής τους. Είναι προφανές ότι χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στην επιλογή μετοχικών τίτλων σε περιόδους κρίσεων καθώς η πτώση των τιμών μπορεί να οδηγήσει σε βραχυπρόθεσμες απώλειες, δεδομένου ότι είναι αδύνατο να εκτιμήσει κάποιος επενδυτής με ακρίβεια το κατώτερο σημείο της πτώσης. Σε κάθε περίπτωση, το κατώτερο σημείο παρατηρείται για ελάχιστο χρονικό διάστημα, αναγνωρίζεται δε εκ των υστέρων και όταν οι τιμές των μετοχών έχουν ήδη αρχίσει να ανεβαίνουν, ενώ παράλληλα αυξάνεται και η εμπιστοσύνη των επενδυτών στην αγορά.

Δεδομένου ότι η χρηματιστηριακή αγορά προηγείται της πορείας της πραγματικής οικονομίας κατά έξι περίπου μήνες, η άνοδος θα ξεκινήσει όταν οι οικονομίες θα βυθίζονται, τα νέα θα είναι αρνητικά, οι αναλυτές θα πραγματοποιούν αλλεπάλληλες αρνητικές προβλέψεις και οι επενδυτές θα εξακολουθούν να απέχουν από την αγορά. Ως εκ τούτου, είναι προτιμότερο για έναν επενδυτή να εισέλθει στην αγορά ακόμη και πριν φτάσει στο κατώτερο σημείο της. Ο αναλαμβανόμενος κίνδυνος είναι δεδομένος, όμως οι επενδυτικές ευκαιρίες θα αποφέρουν υψηλά μακροπρόθεσμα κέρδη.

Δύο αυτονόητα ερωτήματα προκύπτουν από την προηγούμενη ανάλυση. Πότε παρατηρείται το κατώτερο σημείο και πόσα χρήματα θα έπρεπε να επενδύσουν σε αυτό. Στα ερωτήματα αυτά δεν υπάρχει μια ξεκάθαρη απάντηση αφού υπάρχουν άπειροι επενδυτές με διαφορετικά χαρακτηριστικά και ως εκ τούτου άπειρες απαντήσεις. Μια στρατηγική τακτικής καταβολή ενός μικρού ποσού μηνιαίως ή ενός μεγαλύτερου ποσό σε αυτές τις τιμές είναι ίσως η ασφαλέστερη επιλογή. Η στρατηγική αυτή απαλλάσσει τους επενδυτές από το άγχος του συγχρονισμού, από το συναίσθημα του φόβου για μια περαιτέρω πτώση και από την ανησυχία να μην χαθούν επενδυτικές ευκαιρίες. Όσο η αγορά παραμένει υποτιμημένη η στρατηγική της τακτικής καταβολής εγγυάται ότι οι επενδυτές θα επωφελούνται σε μακροπρόθεσμο επίπεδο από την επένδυσή τους στο χρηματιστήριο.

*Ο Νικόλαος Δ. Φίλιππας είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς, Πρόεδρος και Ιδρυτής του Ινστιτούτου Χρηματοοικονομικού Αλφαβητισμού.

*Άρθρο που δημοσιεύθηκε στο Capital.gr στις 20/02/2009.

Share this post on: