Θέλω να χαιρετίσω το βιβλίο του φίλου Καθηγητή, Νίκου Φίλιππα, όχι μόνο γιατί θεωρώ ότι είναι ένα πολύτιμο βοήθημα για τα νέα παιδιά και τους γονείς τους όσον αφορά τις θεμελιώδεις γνώσεις που θα πρέπει να αποκτούν για το χρήμα και την οικονομία, αλλά επίσης, διότι, για την Τράπεζα της Ελλάδος και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ο χρηματοοικονομικός αλφαβητισμός των νέων, των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και όχι μόνον, αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές αποστολές μας. Ιδιαίτερα σήμερα που γιορτάζουμε την παγκόσμια ημέρα της αποταμίευσης.
H αποταμίευση είναι καταλυτικής σημασίας τόσο για την ευημερία των ιδιωτών, των επιχειρήσεων, των κρατών όσο και ολόκληρης της κοινωνίας. Σε τελευταία ανάλυση η αποταμίευση, που οδηγεί στην επένδυση, και η παραγωγικότητα είναι οι δύο καθοριστικής σημασίας δυνάμεις για τη συνολική ευημερία.
Θεωρώ τόσο σημαντικό το βιβλίο αυτό που, δεν σας κρύβω, θα ήταν μύχια επιθυμία μου να αποτελούσε έκδοση της Τράπεζας της Ελλάδος. Αλλά και λόγω του ότι αναδεικνύεται σε πρωτεύον θέμα της εποχής, θέλω να συγχαρώ τον Νίκο που μας πρόλαβε, κυρίως όμως για τον άριστο, απλό και εύληπτο τρόπο που μεταφέρει στα νέα παιδιά της σχολικής ηλικίας τις βασικές χρηματοοικονομικές έννοιες γύρω από τις χρήσεις του χρήματος, τον προϋπολογισμό, την αποταμίευση και τον καταναλωτισμό.
Η Ελλάδα διήλθε μέσα από μια μεγάλη οικονομική κρίση που επηρέασε ολόκληρη την κοινωνία. Αποδείχθηκε ότι ζούσαμε με μια βασική ψευδαίσθηση και μια θεμελιώδη αποσύνδεση μεταξύ της οικογενειακής μας οικονομίας και της οικονομίας της χώρας. Μια αποσύνδεση δηλαδή μεταξύ της προσπάθειας και του ρεαλισμού που διέκρινε, οδηγούσε και διαμόρφωνε την οικονομία του “δικού μας” νοικοκυριού, του δικού μας σπιτιού και της οικογενειακής μας εστίας, με τον παραλογισμό και την αντίφαση που χαρακτήριζε για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα την κρατική διαχείριση της οικονομίας αλλά, ως ένα βαθμό, και αρκετές ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Η Ελλάδα παραδοσιακά είναι μια χώρα νοικοκύρηδων. Ενήλικοι διαχειρίζονται την οικιακή τους οικονομία με σωφροσύνη και ρεαλισμό, θέλοντας να προσφέρουν στα παιδιά τους τα εφόδια για μια καλύτερη ζωή. Οι Έλληνες γονείς διακρίνονται για αυτό! Απ’ την άλλη μεριά, τα δημόσια οικονομικά, όπως γνωρίζουμε, έπασχαν για δεκαετίες. Αλλά και ένα μεγάλο μέρος του επιχειρηματικού τομέα δεν ήταν ανταγωνιστικό. Ήταν υπερβολικά εξαρτώμενο από το κράτος, και λειτουργούσε με σημαντικό βαθμό ρίσκου και αδιαφάνειας.
Δυστυχώς επαναπαυθήκαμε για πολύ καιρό. Δεν απαιτήσαμε εγκαίρως και σθεναρά από το πολιτικό μας σύστημα να επιβάλει στο κράτος αλλά και σε αυτό το μέρος του επιχειρηματικού τομέα που αναφέρθηκα πριν, να λειτουργούν με τη σωφροσύνη που ο μέσος Έλληνας πολίτης διαχειρίζεται την οικονομία του οίκου του. Βλέπαμε τις στρεβλώσεις μπροστά μας ως μέρος της καθημερινότητας, αλλά αντί ως κοινωνία να προτάξουμε την επιλογή ενός άλλου, πιο συνετού μοντέλου, με μικρότερο ρίσκο, δεχτήκαμε ένα κρατικοδίαιτο μοντέλο και εγκαταλείψαμε τις πιο δημιουργικές δυνάμεις του τόπου στις παρυφές του.
Το αποτέλεσμα είναι ότι ζήσαμε για πολλά χρόνια πάνω από τις δυνατότητές μας. Δηλαδή δαπανούσαμε επί μακρόν ως εθνική οικονομία πολύ πάνω από τις εθνικές παραγωγικές μας δυνατότητες. Ακριβώς αυτό οδήγησε στα μεγάλα, τα δυσθεώρητα ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και στη συσσώρευση εθνικού χρέους στο εσωτερικό, κυρίως όμως στο εξωτερικό.
Το κόστος αυτής της επιλογής μας ήταν πολύ μεγάλο όπως όλοι πλέον γνωρίζουμε. Μόλις τώρα αρχίζουμε σιγά σιγά να ανακάμπτουμε και να βγαίνουμε από την κρίση η οποία βέβαια έχει αφήσει βαθιά τα σημάδια της στην οικονομία και στην κοινωνία.
Σήμερα λοιπόν, που είναι και η παγκόσμια ημέρα αποταμίευσης, είναι απόλυτα φυσιολογικό να αποδώσουμε πλέον μεγάλη σημασία στον χρηματοοικονομικό αλφαβητισμό, για να δώσουμε έτσι στα παιδιά μας τα κατάλληλα εργαλεία προκειμένου να κάνουν ορθολογικές οικονομικές επιλογές στη ζωή τους και, κυρίως, να επιλέγουν τις σπουδές τους και στη συνέχεια την επαγγελματική τους σταδιοδρομία, με στόχο τη μακροπρόθεσμη ευημερία τους.
Για να διδαχθούν ότι, σε τελική ανάλυση, η οικονομία του οίκου μας δεν λειτουργεί στο κενό. Θα πρέπει να μας απασχολεί πώς το κράτος διαχειρίζεται τα χρήματα μας, δηλαδή τα χρήματα των φορολογουμένων, αλλά και εάν υπάρχουν οι κατάλληλοι κανόνες που διέπουν τη λειτουργία του επιχειρηματικού τομέα.
Χαιρετίζω το βιβλίο αυτό γιατί επιπλέον δίνει στους γονείς και στους δασκάλους την δυνατότητα να θωρακίζουν τα νέα παιδιά από κάθε ψευδαίσθηση που θα βρεθούν αντιμέτωπα. Και να είστε βέβαιοι ότι θα βρεθούν, σε όποια οικονομία και αν υπάρξουν ενεργά μέλη, είτε ελληνική, είτε ευρωπαϊκή, είτε άλλη.
Άλλωστε, στη σύγχρονη ψηφιακή εποχή, όπου η τεχνολογία διαπερνά το σύνολο της οικονομίας και της κοινωνίας, οι πολίτες από πολύ νεαρή ηλικία λαμβάνουν σημαντικές οικονομικές αποφάσεις, και, επομένως, αυξάνεται ο κίνδυνος να αποτελέσουν στόχο οικονομικής απάτης. Η αλλαγή που βιώνουμε συμβαίνει με απίστευτη ταχύτητα ενώ την ίδια στιγμή οι πολίτες καλούνται συνεχώς να προσαρμόζονται και να διαχειρίζονται νέες έννοιες, κινδύνους και απειλές.
Η νέα γενιά, αντιμετωπίζει επομένως μια συνεχώς αυξανόμενη ανάγκη για οικονομική εξειδίκευση, που θα της επιτρέπει να κατανοεί πλήρως αλλά και να αξιοποιεί τα οφέλη από την εφαρμογή της χρηματοοικονομικής τεχνολογίας. Προσεγγίζει με εντελώς διαφορετικό τρόπο και τα απλά καθημερινά πράγματα, δεν επισκέπτεται τραπεζικά ή εμπορικά καταστήματα, και οι συναλλαγές της γίνονται κατά κανόνα ηλεκτρονικά. Είναι η γενιά που έχει εξοικειωθεί με τις νέες τεχνολογίες και την κοινωνική δικτύωση. Αποτελεί την πλειονότητα των χρηστών χρηματοοικονομικής τεχνολογίας τόσο από την πλευρά της ζήτησης όσο και από την πλευρά της προσφοράς.
Η αποτελεσματική όμως χρήση των ψηφιακών χρηματοπιστωτικών προϊόντων και υπηρεσιών, όπως είναι το internet banking, στο οποίο στρέφονται οι τράπεζες σήμερα, απαιτεί αυξημένα επίπεδα ψηφιακού χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού και αυτό είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ενσωμάτωση των πολιτών στις νέες τεχνολογίες. Η νέα ψηφιακή εποχή, στην οποία έχει εισέλθει η ελληνική οικονομία και κοινωνία, απαιτεί ψηφιακά έξυπνα άτομα.
Τα ελληνικά νοικοκυριά για δεκαετίες λειτουργούσαν με το μότο που αποτελεί τον τίτλο του βιβλίου. Δηλαδή, ότι τα χρήματα δεν τα βρίσκουμε στο δρόμο. Ή όπως λένε οι Αγγλοσάξονες, δεν φυτρώνουν στα δένδρα.
Μέχρι τη στιγμή βεβαίως που συνέβη το αντίθετο, και πολλοί νόμιζαν ότι το χρήμα, κάποια χρόνια πριν την κρίση, άρχισε να φυτρώνει εν αφθονία στα δέντρα. Σε αυτή την φάση λοιπόν πολλοί συμπολίτες μας παρασύρθηκαν και έκαναν εσφαλμένες επιλογές. Τα συμβατικά κριτήρια της επιχειρηματικότητας δεν ίσχυαν πια. Οι απαραίτητες γνώσεις, το ανταγωνιστικό περιβάλλον, τα απαραίτητα κεφάλαια, όλα αναθεωρήθηκαν προς τα κάτω με αποτελέσματα συχνά καταστροφικά. Επίσης, σ’ αυτή την περίοδο του άφθονου και εύκολου χρήματος, πολλοί συμπολίτες μας επέλεξαν να επενδύσουν τα χρήματα τους με ιδιαίτερα ριψοκίνδυνο τρόπο.
Και στις δύο περιπτώσεις, η ελληνική κοινωνία βίωσε τις επιπτώσεις του χρηματοοικονομικού αναλφαβητισμού. Άνθρωποι κάθε ηλικίας, όχι μόνο οι νέοι, λειτούργησαν με άγνοια των βασικών κανόνων της αγοράς και του χρήματος. Αποδείχθηκε ότι δεν ήταν επαρκώς θωρακισμένοι να ξεχωρίσουν την αλήθεια από το ψέμα. Ή να το πω πιο κομψά, δεν μπορούσαν να αντισταθούν στους πειρασμούς γύρω τους, κυριευμένοι από την άγνοιά τους.
Η κρίση όμως ανέδειξε και ένα ακόμη φαινόμενο απέναντι στο οποίο οφείλουμε να θωρακίσουμε τα παιδιά μας. Και αυτό είναι ο λαϊκισμός. Στο ζήτημα αυτό οι γνώσεις που προσφέρει το βιβλίο του Νίκου Φίλιππα είναι καταλυτικής σημασίας και, κατά την γνώμη μου, αποτελούν θεμέλιο της οικονομικής σχέσης μεταξύ πολίτη και κράτους. Μια σχέση που πρέπει να βασίζεται σε ένα υγιές, άρρητο κοινωνικό συμβόλαιο, με υποχρεώσεις αλλά και δικαιώματα.
Υποχρεώσεις και δικαιώματα που με την σειρά τους είναι θεμελιωδώς ρεαλιστικά και η εκπλήρωσή τους, και από τις δύο πλευρές, ιερές στην φύση τους. Μπορεί να μοιάζει πια με ένα κακό όνειρο, αλλά δεν έχει περάσει και τόσος πολύ καιρός από τότε που κάποιοι προσπάθησαν να μας σαγηνεύσουν με μια ρομαντική αντιδραστικότητα, που τελικά όμως δεν ήταν τίποτε άλλο παρά λαϊκισμός, που απέβη καταστρεπτικός για όλους.
Αυτό το βιβλίο πρέπει να το διαβάσουμε και εμείς αλλά και τα παιδιά μας. Και να στοχεύσουμε σε μια κοινωνία όπου ο χρηματοοικονομικός αλφαβητισμός θα αποτελεί δεδομένο, έτσι ώστε αυτή η κοινωνία να θωρακιστεί και κυρίως να διεκδικήσει μια ελεύθερη, ανταγωνιστική οικονομία με τους απαραίτητους κανόνες και δικλείδες ασφαλείας καθώς και ένα βιώσιμο κοινωνικό κράτος, που δίνει σε κάθε νέο άνθρωπο το ελάχιστο: μια καλή ευκαιρία να πετύχει.
Βλέπουμε γύρω μας πλέον, δέκα χρόνια μετά την αρχή της κρίσης, τους λόγους γιατί. Ως Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, ως οικονομολόγος και φυσικά ως Έλληνας πολίτης, βλέπω πολλά παραδείγματα νέων ανθρώπων να στήνουν εξαιρετικές και ανταγωνιστικές επιχειρήσεις. Με απίθανες ιδέες, με όρεξη για δουλειά, και με μοντέλα επιχειρηματικότητας που θα μπορούσαν να σταθούν και στις πιο ανταγωνιστικές οικονομίες.
Έχουμε πολλά λαμπρά μυαλά γύρω μας που καταφέρνουν συχνά το ακατόρθωτο. Με τις δικές τους δυνάμεις, παρά τις αντιξοότητες, με παρρησία και πείσμα. Αυτούς πρέπει να στηρίξουμε με όλες μας τις δυνάμεις και τις επόμενες γενιές που θα πετύχουν ακόμη πιο πολλά.
*Ο Γιάννης Α. Στουρνάρας είναι Καθηγητής Οικονομικών στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος.