Στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, η μεγάλη άνοδος του δείκτη Dow Jones αλλά και η σχετική του σταθερότητα, συνδέεται στενά με τις μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές στο φορολογικό νόμο το 1986 (Mosebach M. and M. Najand, 1999, «Are the Structural Changes in Mutual Funds Investing Driving the U.S. Stock Market to its Current Levels?»). Ο νόμος αυτός καθιέρωσε τους προσωπικούς λογαριασμούς συνταξιοδότησης (individual retirement accounts, IRA) και τα 401(k) συνταξιοδοτικά προγράμματα [401(k) retirement plans] στη συνείδηση του κοινού και έκανε πολύ εύκολη την πρόσβαση σε αυτά. Οι αλλαγές αυτές, σε συνδυασμό με την έλλειψη εμπιστοσύνης του αμερικανικού λαού για την εξασφάλιση σύνταξης στο κρατικό πρόγραμμα κοινωνικής ασφάλισης, οδήγησαν σε πολύ σημαντική αύξηση των επενδύσεων προκειμένου να εξασφαλιστούν οι μελλοντικές συντάξεις του.

Σύμφωνα με έγκυρα στατιστικά στοιχεία (Compensation & Benefit Issues and Developments, KPMG, February 1997), το 65% περίπου όλων των εργαζομένων συμμετείχε στα συνταξιοδοτικά προγράμματα 401(k) στις ΗΠΑ το 1995. Η συνεισφορά τους κυμαινόταν από το 5% έως 7% του μισθού τους, ποσοστό το οποίο ισοδυναμεί σε 226 δισεκατομμύρια δολάρια για το συγκεκριμένο έτος.

Ένα μεγάλο μέρος των 401(k) προγραμμάτων επενδύει σε αμοιβαία κεφάλαια. Με διάφορα φορολογικά κίνητρα και κυρώσεις πρόωρης ανάληψης ενισχύεται η παραμονή των επενδυτών στα προγράμματα αυτά επί μακρόν, επομένως και στο αμοιβαίο. Σύμφωνα με έρευνα του Investment Company Institute, πάνω από το 80% όλων των κατόχων μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων επενδύει στα αμοιβαία κεφάλαια με σκοπό την εξασφάλιση σύνταξης. Βέβαια, δεν επενδύουν όλοι μέσω των 401(k) retirement plans, αλλά αυτοί που χρησιμοποιούν αυτά τα συνταξιοδοτικά προγράμματα αποτελούν έναν από τους βασικούς παράγοντες της ουσιαστικής αλλαγής της χρηματιστηριακής αγοράς και της ανόδου που συντελέστηκε.

Κι αυτό γιατί η επένδυση μέσω των 401(k) προγραμμάτων μεταφράζεται σε σημαντικές σχετικά σταθερές εισφορές στα αμοιβαία κεφάλαια σε μηνιαία βάση. Τον Δεκέμβριο του 1985, η μέση μηνιαία εισφορά σε αμοιβαία κεφάλαια ήταν 7,4 δισ. δολάρια (εκ των οποίων τα 919 εκατ. δολάρια σε μετοχικά αμοιβαία). Τον Δεκέμβριο του 1996, η μέση μηνιαία εισφορά σε Α/Κ υπολογίστηκε σε 34,6 δισ. δολάρια (20,8 δισ. σε μετοχικά Α/Κ). Παρατηρήθηκε, δηλαδή, αύξηση της τάξης του 700%, ενώ ειδικά για τα μετοχικά Α/Κ η αύξηση ήταν μεγαλύτερη από 1.500%.

Αυτή η μεγάλη βάση μηνιαίων εισφορών μειώνει τον πανικό σε περιόδους πτώσης της αγοράς, προσφέρει ρευστότητα κι έτσι βοηθάει την αγορά να στηριχθεί και να ανέβει ενώ στηρίζει την ψυχολογία των επενδυτών.

Υποστηρίζεται ότι οι αλλαγές αυτές στον τρόπο συνταξιοδότησης των Αμερικανών οδήγησαν σε μεγάλο βαθμό τον Dow Jones στα ιστορικά του υψηλά και τον βοηθούν να διατηρείται σε υψηλά επίπεδα. Σε ημέρες κρίσης και συνεχούς πτώσης των χρηματιστηριακών δεικτών, αυτά τα προγράμματα -μέσω των σημαντικών μηνιαίων εισφορών- δίνουν στην αγορά την απαιτούμενη ρευστότητα ώστε να ανακάμψει. Οι διαχειριστές των αμοιβαίων κεφαλαίων που αναγκάστηκαν να πουλήσουν τις μετοχές τους για να καλύψουν τις εξαγορές των μεριδίων, έχουν τη δυνατότητα να επανεπενδύσουν τις εισφορές σε μετοχές και να δώσουν ώθηση στη χρηματιστηριακή αγορά.

Η ποικιλία των προγραμμάτων αυτών, η ευχρηστία τους αλλά και τα πλεονεκτήματα που προσφέρουν, μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για μία αποτελεσματική αντιμετώπιση του συνταξιοδοτικού προβλήματος στην Ελλάδα. Στη νέα αυτή προοπτική τα κυρίαρχα θέματα που θα αναδειχθούν θα είναι ο προσδιορισμός των χρηματοοικονομικών αναγκών των επενδυτών (financial planning), η διεθνική διαφοροποίηση, η επαγγελματική διαχείριση αλλά και η αξιολόγηση των διαχειριστών.

*Ο Νικόλαος Δ. Φίλιππας είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς, Πρόεδρος και Ιδρυτής του Ινστιτούτου Χρηματοοικονομικού Αλφαβητισμού.

*Άρθρο που δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα της εφημερίδας «Η Καθημερινή» (kathimerini.gr) στις 01/09/2002.

Share this post on: